Εδώ και δύο χρόνια η ελληνική κοινωνία είναι αντιμέτωπη με μια πρωτοφανή επίθεση, μια απόπειρα να αλλάξει άρδην το κοινωνικό υπόδειγμα και να δοκιμαστεί συνθήκη ακραίου νεοφιλελευθερισμού, κοινωνικής βαρβαρότητας και μειωμένης εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας. Σε αυτό συγκλίνει τόσο η επιτροπεία από την Τρόικα ΕΕ-ΔΝΤ-ΕΚΤ όσο και η επιλογή των μνημονιακών κομμάτων και των δυνάμεων του κεφαλαίου στον τόπο μας. Κανείς πια δεν μπορεί να έχει αμφιβολία για το ρόλο του χρέους ως έκφραση της επιθετικότητας του διεθνοποιημένου κεφαλαίου, για τον ταξικό ρόλο του ευρώ, για το δομικά αντιδραστικό χαρακτήρα της ΕΕ. Η στρατηγική της «εσωτερικής υποτίμησης» είναι η στρατηγική μιας κοινωνίας ηττημένης και ταπεινωμένης, μιας χώρας που μετατρέπεται σε μια τεράστια «Ειδική Οικονομική Ζώνη» πλήρως παραδομένη στους «επενδυτές».
Όμως, αυτή είναι η μία πλευρά του νομίσματος. Η άλλη είναι ο πρωτόγνωρος και παρατεταμένος λαϊκός ξεσηκωμός της τελευταίας διετίας, όλες οι μικρές και μεγάλες αποκοτιές ενός αγωνιζόμενου λαού, όλες οι σελίδες αποφασιστικότητας, αγωνιστικότητας και αλληλεγγύης που καθημερινά γράφονται. Είναι αυτά τα σχεδόν εξεγερσιακά χαρακτηριστικά που σε συνδυασμό με τη βαθιά κοινωνική κρίση έχουν οδηγήσει στη σημερινή πολιτική κρίση, έκφραση της οποίας είναι και η δημοσκοπική κατάρρευση των κομμάτων του δικομματισμού. Γι’ αυτό και οι κυρίαρχες δυνάμεις απεργάζονται ένταση του αυταρχισμού και μια ιδιότυπη «μεταδημοκρατία» με κυβερνήσεις που απλώς θα υλοποιούντον «αυτόματο πιλότο» των πιο αντιλαϊκών πολιτικών.
Σε αυτό το τοπίο οι κοινοβουλευτικές δυνάμεις της Αριστεράς δεν στέκονται στο ύψος των περιστάσεων. Η δημοσκοπική ευφορία δεν μπορεί να συγκαλύψει τη βαθιά στρατηγική ανεπάρκειά τους. Η προοδευτική διακυβέρνηση που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ ως στόχο της «αντιμνημονιακής ενότητας», πάντα εντός ΕΕ και ευρώ, θα οδηγούσε σε διαχείριση και όχι ανατροπή της κρίσης. Η παραπομπή των πάντων στο αβέβαιο μέλλον της λαϊκής εξουσίας από το ΚΚΕ ισοδυναμεί με παραδοχή ότι τώρα τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει, ενώ η άρνηση της κοινής δράσης υπονομεύει τη δυναμική του λαϊκού ξεσηκωμού.
Αντίθετα,ο χώρος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ προσπάθησε να χαράξει μια διαφορετική κατεύθυνση. Έγκαιρα και με σαφήνεια πρόβαλε βασικές πλευρές ενός αναγκαίου αριστερού προγράμματος πάλης που ανοίγει την προοπτική ενός άλλου δρόμου για την ελληνική κοινωνία, με άξονες τη διαγραφή του χρέους, την έξοδο από ευρώ και ΕΕ, τις εθνικοποιήσεις και την ριζική αναδιανομή εισοδήματος προς όφελος των εργαζομένων. Συμμετείχε ολόψυχα και ενωτικά σε όλες τις φάσεις και τις πλευρές του λαϊκού ξεσηκωμού και υπερασπίστηκε το δικαίωμα του λαού να εξεγείρεται. Έκανε σημαντικό προχώρημα στη συνδιάσκεψή της με την απόφαση για δημοκρατική συγκρότηση και με τη στράτευση γύρω από το στόχο του Αγωνιστικού Μετώπου Ρήξης και Ανατροπής και της αναγκαίας σήμερα Μετωπικής Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς.
Είναι σαφές ότι η δυναμική της ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν μπορεί να περιοριστεί μόνο στην απλή ενίσχυσή της. Το πραγματικό όριο και η αναγκαία φιλοδοξία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αφορά τη συνολικότερη αλλαγή συσχετισμών μέσα στην Αριστερά, την αναγκαία ανασύνθεσή της σε ανατρεπτική κατεύθυνση, τη διαμόρφωση ενός αριστερού μετώπου σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση που να λειτουργήσει ως η πολιτική ραχοκοκαλιά του λαϊκού ξεσηκωμού.
Άλλωστε, είναι σαφές ότι τα στοιχήματα σήμερα είναι μεγάλα. Ή θα εμπεδωθεί η συνθήκη ταπείνωσης και βαρβαρότητας ή θα ανοίξουν δρόμοι ανατρεπτικοί. Αυτό σίγουρα απαιτεί όρους προγραμματικούς, τη συγκέντρωσης γνώσης και εμπειρίας από τους αγώνες για τη διατύπωση απαντήσεων για το πώς μπορούν τα πράγματα να πάνε αλλιώς, να υπάρξει άλλος δρόμος πέρα από το ευρώ, την ΕΕ και τον «υπαρκτό καπιταλισμό». Όμως, υπάρχουν και όροι πολιτικοί, η συσπείρωση και συμπόρευση σήμερα όλων των δυνάμεων που διαλέγουν το δρόμο της ρήξης με το κεφάλαιο, το χρέος, το ευρώ και την ΕΕ, που στηρίζουν το λαϊκό ξεσηκωμό, που πιστεύουν στη δυνατότητα παραγωγικής ανασυγκρότησης σε σοσιαλιστική κατεύθυνση, που θέλουν μια αριστερά ενωτική και ανατρεπτική.
Σε αυτό το πλαίσιο είναι πολύ σημαντικό ότι σήμερα υπάρχουν και άλλες φωνές μέσα στην Αριστερά, αλλά και αγωνιστές του κινήματος, που έχουν ανάλογες αναζητήσεις. Τόσο με γραπτές προτάσεις όσο και πολιτικές τοποθετήσεις σύντροφοι από το χώρο του Μετώπου Αλληλεγγύης Ανατροπής, εκπροσωπώντας σημαντικό αριθμό αγωνιστών,το τελευταίο διάστημα όχι μόνο έχουν πάρει σαφή θέση κατά του ευρώ και της ΕΕ, αλλά και έχουν διατυπώσει προτάσεις για εκλογική συνεργασία σε αγωνιστική και ανατρεπτική κατεύθυνση. Αυτές οι δυνατότητες επιβεβαιώθηκαν και στις δύο συναντήσεις που έγιναν ανάμεσα σε αντιπροσωπείες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και συντρόφων του Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής, με την πιο πρόσφατη στις 9 Απρίλη.
Απέναντι σε αυτό ορθά η απόφαση της ΚΣΕ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ την Πέμπτη 5 Απρίλη έβαλε όρους πολιτικούς και αναγκαίους για μια συνεργασία και τόνισε ότι προφανώς και δεν θέλουμε ευκαιριακή σύμπραξη αλλά πολιτική και εκλογική συνεργασία με όρους και προοπτική.
Ως Αριστερή Ανασύνθεση εκτιμούμε ότι με βάση τα δεδομένα, τα κείμενα, τις τοποθετήσεις και το συντροφικό κλίμα στις συναντήσεις ότι σήμερα υπάρχουν όροι για μια εκλογική συνεργασία ανάμεσα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ και συντρόφους του Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής. Ειδικότερα για εμάς είναι σήμερα εφικτό, αναγκαίο και ικανό να δημιουργήσει δυναμική
-Ένα κοινό ψηφοδέλτιο, που να αποτυπώνει τη συνεργασία, χωρίς να αποσιωπά την ιδιαίτερη πολιτική παρουσία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και τη βαρύτητα της πολιτικής επιρροής. Γι’ αυτό και πιστεύουμε ότι χρειάζεται ένας τίτλος της μορφής «ΑΝΤΑΡΣΥΑ – Μέτωπο κατά του ευρώ και της ΕΕ»
-Μια κοινή πολιτική τοποθέτηση – πέραν των όσων αυτοτελώς θα δουλέψει ούτως ή άλλως η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, με βάση το δικό της προγραμματικό κεκτημένο –στους άξονες που θέτει – και ορθά – η απόφαση της ΚΣΕ.
-Μια ενωτική και συντροφική κοινή προεκλογική δουλειά
-Ένα πλατύ κάλεσμα συσπείρωσης και συμπόρευσης (και συμμετοχής στα ψηφοδέλτια) σε αγωνιστές, διανοουμένους, συνδικαλιστές που σήμεραστρέφονται σε δρόμους ρήξης με την κυρίαρχη πολιτική και την ΕΕ
Παρότι ο χρόνος είναι λίγος, ζούμε σε μέρες μεγάλων ανακατατάξεων και υπάρχει πλήθος ανθρώπων που κινηματικά, αγωνιστικά και πολιτικά αναζητούν μια άλλη διέξοδο. Ένα πρώτο τέτοιο ενωτικό εγχείρημα, ένα πρώτο τέτοιο ρήγμα προς τα αριστερά, ιδίως εάν ενισχύσει τις δυνατότητες εκλογικής καταγραφής, ανοίγει δρόμος για ευρύτερες ανασυνθέσεις, ρήξεις και ανατροπές στο τοπίο της Αριστεράς. Για να αλλάξουμε τα πράγματα στην Αριστερά, για να έχουμε μια άλλη Αριστερά της ρήξης και της ανατροπής. Ήδη τα μηνύματα που υπάρχουν είναι θετικά και υπάρχει προσδοκία και προσμονή, την ίδια ώρα που τα επιτελεία της «Αριστεράς της ήττας» εύχονται να μην υπάρξει τέτοια συνεργασία.
Σε αυτό το πλαίσιο, θεωρούμε ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να πάρει απόφαση υπέρ της εκλογικής συνεργασίας και να προχωρήσουν όλες οι αναγκαίες κινήσεις. Και μπορεί να το κάνει αυτό αξιοποιώντας όλες τις δυνατότητες δημοκρατικής συζήτησης και απόφασης που το καταστατικό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ δίνει σε όλα τα επίπεδα. Δεν χωρούν ούτε ταλαντεύσεις, ούτε αναζήτηση εμποδίων ή προβλημάτων, ούτε η επίκληση της έλλειψης χρόνου. Αντίθετα, απαιτείται τόλμη και διάθεση να γίνουν τώρα τα βήματα που θα μας φέρουν σε καλύτερη θέση την επόμενη μέρα των μεγάλων προκλήσεων αλλά και των μεγάλων ευκαιριών ανατροπής. Η ευκαιρία δεν πρέπει να χαθεί.