Η κουβέντα για την φετινή παγκόσμια φεμινιστική απεργία 8ης Μάρτη οφείλει να εκκινήσει από τις διεθνείς εξελίξεις, πως αυτές επηρεάζουν τις επιδιώξεις του κεφαλαίου και εν τέλει δυσχεραίνουν την καθημερινότητά μας. Η πανδημία άλλαξε βίαια την κατάσταση στις δυτικές κοινωνίες, έβαλε τέλος στην ψευδαίσθηση ύπαρξης ενός κοινωνικού κράτους και έφερε στην επιφάνεια σε μεγεθυμένη κλίμακα και με ξεκάθαρο τρόπο όλα τα προβλήματα που ήδη υπήρχαν. Τα τελευταία χρόνια, τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς, η οικονομική – πολιτική κρίση σε συνδυασμό με την πρόσφατη υγειονομική, έχουν ως αποτέλεσμα την στροφή προς τον συντηρητισμό και σε μια πρωτοφανή κανονικοποίηση του αυταρχισμού και της καταπίεσης σε πολλά κοινωνικά πεδία. Αυτή η συντηρητική στροφή του κοινωνικού σχηματισμού και στην Ελλάδα θέτει τα δικαιώματα των γυναικών στο στόχαστρο.Είναι η ώρα λοιπόν για τη βαθιά συνειδητοποίηση ότι αυτό το σύστημα δεν μπορεί να εγγυηθεί τις ζωές μας.
Στη χώρα μας, κατά τη περίοδο της καραντίνας αναζωπυρώθηκε η κουβέντα στην δημόσια σφαίρα γύρω από την έμφυλη βία και καταπίεση, καθώς σχεδόν καθημερινά ακόμη και τα ΜΜΕ μιλούσαν για περιστατικά παρενόχλησης, κακοποίησης, γυναικοκτονιών, χωρίς πια να τα συγκαλύπτουν.
Υπό το καθεστώς της καραντίνας οι γυναίκες επωμιστήκαμε το βάρος της φροντίδας του σπιτιού, των παιδιών και των ηλικιωμένων, που θεωρούνται δεδομένες υποχρεώσεις μας. Ταυτόχρονα όμως καλεστήκαμε να εργαστούμε από το σπίτι, δημιουργώντας έτσι ένα ασφυκτικό περιβάλλον, χωρίς να μένει χώρος και χρόνος για εμάς. Έτσι το σπίτι μετατράπηκε σε πεδίο όχι μόνο φροντίδας αλλά και εργασίας. Σε αυτές τις συνθήκες είδαμε να έρχονται στην επιφάνεια δεκάδες περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, κάτι που οδήγησε κάποιους να μιλούν με ευκολία για κατακόρυφη αύξηση τους.
Ακόμη κατά τη περίοδο της καραντίνας ξέσπασε το ελληνικό metoo. Πλήθος γυναικών και ΛΟΑΤΚΙ ατόμων βρήκαν το θάρρος να καταγγείλουν δημόσια και με κάθε τρόπο τον κακοποιητή τους, κάνοντας ξεκάθαρο πως τα σώματά μας δεν είναι ιδιοκτησία κανενός. Το ότι η κάθε μία από μας νιώθει ασφάλεια να καταγγείλει τον κακοποιητή της, κάθε νέα καταγγελία αποδεικνύει ότι πλέον είμαστε ορατές,είμαστε πολλές και πως όταν ενώνουμε τις φωνές μας η κοινωνία ακούει και μαθαίνει. Έμαθε πια να μην αμφισβητεί ή και να κατηγορεί το θύμα, έμαθε να μην ρωτά «γιατί τώρα;» και τα ΜΜΕ δεν μπορούν πια να μιλούν για «εγκλήματα πάθους».
Δεν αυξήθηκαν ξαφνικά και κατακόρυφα τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, βιασμών, γυναικοκτονιών. Η έμφυλη βία και καταπίεση υπήρχε, απλώς πλέον την αναγνωρίζουμε. Η ορατότητα ήταν μια πρώτη νίκη του φεμινιστικού κινήματος που μας φέρνει σε καλύτερες θέσεις μάχης.
Παρά τα βήματα μπροστά που έκανε η κοινωνία τη περασμένη χρονιά, έγιναν βήματα πίσω σε νομικό επίπεδο. Στο πεδίο του οικογενειακού δικαίου, η κυβέρνηση ΝΔ προχώρησε με την ψήφιση του νόμου Τσιάρα για υποχρεωτική συνεπιμέλεια, που αν και ευαγγελίζεται ότι εξυπηρετεί πρωτίστως το συμφέρον του παιδιού, το αφήνει απροστάτευτο σε περίπτωση κακοποίησής του. Οι ενεργοί μπαμπάδες θερμοί υποστηρικτές του νόμου Τσιάρα, εμφανίζονταν παντού και με κάθε τρόπο για να μας διαβεβαιώσουν ότι αυτός ο νόμος θα συμβάλλει στην ισότητα μεταξύ των δύο φύλων ενώ υποχρεώνει επί της ουσίας, τη μητέρα και το παιδί να διατηρούν στενή σχέση με τον κακοποιητικό πατέρα και πρώην σύζυγο, εντείνει τη δυσκολία των θυμάτων να καταγγείλουν και να αποδείξουν ότι έχουν υποστεί σωματική ή /και λεκτική, ψυχολογική βία, καθιερώνει ελαστικότητα σε περίπτωση παραβίασης της υποχρέωσης διατροφής αλλά απόλυτη αυστηρότητα σε περίπτωση μη τήρησης των αποφάσεων επικοινωνίας με τον άλλον γονέα.
Στο πεδίο της εργασίας, λίγο αργότερα ήρθε η ψήφιση του νόμου Χατζηδάκη με τον οποίον επιχειρείται να πείσει τον κόσμο της εργασίας ότι δείχνει ευαισθησία όχι μόνο για τα εργασιακά προβλήματα -εμπεριέχει αναχρονιστικές ρυθμίσεις για τους όρους εργασίας- αλλά και για την έμφυλη ανισότητα και τη σεξουαλική βία στους χώρους δουλειάς. Ως αποτέλεσμα οι γυναίκες θα γίνουμε ακόμη πιο «λάστιχο», με εξουθενωτικά ωράρια σε σπίτι και δουλειά. Η «διευθέτηση του χρόνου εργασίας», η «διευθέτηση της σεξουαλικής κακοποίησης» και «συνεννόηση» με τους εργοδότες για τα πάντα, ακόμα και για τις καταγγελίες σεξουαλικής βίας είναι μία κατ’επίφαση ασφάλεια της κάθε εργαζόμενης.
Παρά την πρόσφατη κατακραυγήτης κοινωνίας για τη διοργάνωση Συνεδρίου «Γονιμότητας», λίγο μόνο καιρό μετά, το Υπουργείο Παιδείαςπροσπάθησε να εισάγει εκπαιδευτικό πρόγραμμα με τίτλο «Προγεννητική Αγωγή, προετοιμασία για την γονεϊκότητα, Σεξουαλικότητα-Γονιμότητα-Γονεϊκότητα, μια αδιαχώριστη ενότητα». Αν και για ακόμη μία φορά, μετάαπό έντονες αντιδράσεις τα βίντεο αποσύρθηκαν, παραμένει προβληματική η τοποθέτηση της ΝΔ σε σχέση με την σεξουαλική αγωγή, αφού προάγουν αντιλήψεις αντιεπιστημονικές, αναχρονιστικές και εξαιρετικά προβληματικές οι οποίες εκτός από το ότι ενοχοποιούν τη γυναίκα, ανοίγουν το δρόμο για την απαγόρευση των αμβλώσεων.
Αυτή τη στιγμή, είναι εν εξελίξει αρκετές δίκες έμφυλης βίας, όπως της Ελένης Τοπαλούδη, του/της Ζακ/Zackie καθώς και πολλών ηθοποιών και σκηνοθετών. Πριν κάποια χρόνια ενώσαμε τις φωνές μας και φωνάξαμε «χωρίς συναίνεση είναι βιασμός» και καταφέραμε την νομική κατοχύρωση της συναίνεσης στον όρο του βιασμού, όπως αργότερα έγινε και σε άλλες χώρες της Ευρώπης, κάτι που σήμερα μας φέρνει σε ευνοϊκότερη θέση. Τώρα, είναι αναγκαία η νομική κατοχύρωση του όρου γυναικοκτονία. Μετράμε 17 γυναικοκτονίες, μόνο οι καταγεγραμμένες, για το 2021 και ήδη 2 για το 2022. Ο όροςφανερώνει τα αίτια του εγκλήματος, την ένταση και την επαναληπτικότητα του. Η αναγνώριση του όρου θα αποτελέσει το εργαλείο για να φέρει το φεμινιστικό κίνημα σε καλύτερες θέσεις μάχης ώστε να μπορέσει να εξαλείψει την έμφυλή βία και καταπίεση, παράλληλα με τις μάχες που θα δίνουμε στο δρόμο στο σπίτι στη δουλειά για ορατότητα, ισότητα και εξάλειψη των έμφυλων διακρίσεων.
Η 8η Μάρτη, η παγκόσμια ημέρα της γυναίκας, είναι μια μέρα με ιστορική και κινηματική συνέχεια, που μας θυμίζει όλους τους αγώνες και τις νίκες του φεμινιστικού και ΛΟΑΤΚΙ κινήματος και μας δείχνει το δρόμο για τους αγώνες του σήμερα. Πιάνουμε το ιστορικό νήμα της 8ης Μάρτη, μια μέρα που όπως και τότε, το φεμινιστικό κίνημα πάλευε για ίσους μισθούς και ίσους όρους εργασίας, έτσι και σήμερα απεργούμε στο σπίτι και στην δουλειά για ίση ζωή, ίσα δικαιώματα, με το βλέμμα στραμμένο προς μια κοινωνία χωρίς έμφυλες διακρίσεις, εκμετάλλευση και καταπίεση. Για αυτό το λόγο, η 8η Μάρτη δεν είναι μέρα γιορτής, είναι μέρα απεργίας.
Στην Ελλάδα, η πρώτη φεμινιστική απεργία έγινε στις 8 Μάρτη του 2019, με πλήθος εργαζόμενων και άνεργων γυναικών, φοιτητριών και μαθητριών, ΛΟΑΤΚΙΑ+, μελών φεμινιστικών συλλογικοτήτων, σωματείων, πολιτικών οργανώσεων, δημοτικών σχημάτων, προσφυγισσών, πιάνοντας το νήμα από όπου ξεκίνησαν οι φεμινιστικές απεργίες το 2016 σε χώρες, όπως η Ισπανία, η Ελβετία, η Αργεντινή και η Πολωνία.
Συνεχίζουμε τις μάχες που δίνουμε στο δρόμο, στο σπίτι, στη δουλειά, στη σχολή για ορατότητα, ισότητα και εξάλειψη των έμφυλων διακρίσεων. Για μια κοινωνία χωρίς έμφυλη βία και καταπίεση.
συμπαραστεκόμαστε η μία στην άλλη,
μέχρι ο φόβος να αλλάξει στρατόπεδο.