Νομίζουμε* οι εισαγωγές είναι περιττές. Όλοι καταναλώσαμε μετά μανίας τα βίντεο και τα εκατοντάδες πανομοιότυπα, σχεδόν αυτοματοποιημένα, άρθρα τα οποία ανακύκλωναν την συμπλοκή που «αμαύρωσε την μουσική γιορτή των βραβείων MAD VMA». Καταρχήν θα μας επιτρέψετε να μας προκαλεί ένα αντανακλαστικό μειδίαμα η παραπάνω φράση από μόνη της (λαϊκιστί «γελάμε»).
Χθες και σήμερα το δεύτερο trending hashtag στο twitter είναι το #Cancel_trappers, πίσω από το #MadVMA22 που βρίσκεται στην πρώτη θέση. Το μουσικό κύμα που κωδικοποιείται στον δημόσιο διάλογο ως «trap» έφτασε στην χώρα μας τα τελευταία χρόνια. Ανεξάρτητες παραγωγές δίχως την άμεση στήριξη της μουσικής βιομηχανίας ξεπετάχτηκαν, εταιρείες δημιουργήθηκαν, καλλιτέχνες καβάλησαν το νέο στυλ και δημιουργήθηκαν οι συνθήκες ώστε το είδος να αναπτυχθεί. Οι διάφορες εκδοχές του συγκεκριμένου είδους μουσικής συγκροτούν τα δικά τους Lifestyles, επηρεάζουν το ντύσιμο, την συμπεριφορά, την αντίληψη του κοινού. Φτιάχνουν τεράστιες αγορές άρα και τεράστιες δυνατότητες κερδοφορίας για την μουσική βιομηχανία. Εντός του είδους υπάρχουν σαφώς φωνές που ευθυγραμμίζονται με τις κυρίαρχες αντιλήψεις, ακόμα κι αν το εκφράζουν με ένα πιο ωμό τρόπο, ενώ υπάρχουν καιπιο ριζοσπαστικές περιπτώσεις. Οι μεγάλες εταιρίες παραγωγής στην Ελλάδα δεν άφησαν ανεκμετάλλευτο αυτό το νέο πεδίο. Εξαγόρασαν σχεδόν κάθε «μικρή» εταιρία και προσπάθησαν να απορροφήσουν μια συγκεκριμένη εκδοχή, για την ώρα, του «trap». Αυτή η εκδοχή, η πιο εμπορική, είναι που δέχεται και την μεγαλύτερη κριτική, χωρίς όμως η συζήτηση να περιορίζεται αποκλειστικά σε αυτήν.
Φαίνεται πως η μουσική βιομηχανία έχει μπει στην διαδικασία να χρησιμοποιήσει αυτό το είδος και όσα ταυτοτικά στοιχεία μπορεί να κουβαλάει μαζί του. Το προωθεί, το ανέχεται αλλά και το περιορίζει, το απλώνει και το μαζεύει, το προκαλεί αλλά και το καταστέλλει. Η ίδια διοργάνωση που έβαλε τους καλλιτέχνες αυτούς να κάτσουν κοντά ο ένας στον άλλον ώστε να προκληθεί επεισόδιο και να ανέβουν τα νούμερα, ήταν αυτή που αποφάσισε σήμερα«να μην προβληθεί στον τηλεοπτικό αέρα και να μην δημοσιοποιηθεί κανένα απολύτως απόσπασμα τραγουδιού και βράβευσηςπροσώπων που συμμετείχαν στα πρωτοφανή και απαράδεκτα περιστατικά».
Αυτή η συνθήκη δημιουργεί έναν αντικειμενικό ανταγωνισμό ανάμεσα στον μέχρι πρότινος πρώτο παίκτη της μουσικής βιομηχανίας, το «λαϊκό» και τον ανερχόμενο, την «trap». Κομμάτι αυτού του ανταγωνισμού είναι και το #Cancel_trappers. Η κυρίαρχη εκδοχή του «λαϊκού ρεπερτορίου» κι η κυρίαρχη εκδοχή της «trap», αν παρατηρήσουμε προσεκτικά μοιράζονται ακριβώς τις ίδιες παθογένειες και δεν είναι τυχαίο που πολλές φορές απευθύνονται και στο ίδιο κοινό. Η βία, ο σεξισμός, ο υπερκαταναλωτισμός, ο ατομικός δρόμος, η θεώρηση του εαυτού ως το κέντρο του σύμπαντος, είναι μόνο μερικά από τα κοινά στοιχεία που συναντάει κανείς. Η μουσική βιομηχανία, για όποιο είδος κι αν μιλάμε, ρομαντικοποιεί τον σεξισμό, το γρήγορο χρήμα, εξωραΐζει την «παραβατικότητα» και την βία, τροφοδοτεί και αναπαράγει την αυτοπροβολή και τον ναρκισσισμό όπου την συμφέρει κι όταν το πράγμα ξεφύγει, προσπαθεί να επαναφέρει τους καλλιτέχνες στην τάξη, ή να τους κλείσει τις πόρτες. Υπό αυτήν την έννοια δεν μπορούμε να δεχτούμε ότι η στήριξη τέτοιων αιτημάτων περί ακύρωσης της «trap» αποτελεί με κάποιο τρόπο κομμάτι κάποιας λύσης, ή έστω ένα στάδιο στην ψηλάφηση κάποιου προβλήματος. Κι αυτό διότι το μόνο που κάνει είναι να εξυπηρετεί συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα, ικανοποιώντας ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας που προσποιείται ότι βρίσκεται σε σοκ.
Από το βράδυ που συνέβη το περιστατικό, ξεδιπλώνονται στις οθόνες μας άναρθρες κραυγές περί «τεράτων που θα επηρεάσουν τα παιδιά μας», περί «κακών προτύπων» ακόμα και περί «κατάντιας της νεολαίας». Μάλιστα σε ορισμένα από τα συγκεκριμένα «σεντόνια οργής» μπήκαμε στον πειρασμό να αντικαταστήσουμε την λέξη «trap» με τις λέξεις «rave», «metal», «rock» και μαντέψτε… Βγάζουν το ίδιο νόημα που βγάζανε και πριν.
Και το ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής. Δικαιούται ένα κομμάτι μιας μεγαλύτερης ηλικιακά γενιάς ανθρώπων να παθαίνει σοκ στο άκουσμα της βίας, του σεξισμού, του υπερκαταναλωτισμού και της αυτοπροβολής; Είναι ή δεν είναι υποκριτικό η γενιά που έκαιγε τα λεφτά της στα μπουζούκια να κουνάει το δάχτυλο στα πιτσιρίκια που θέλουν να αγοράσουν χρυσή καδένα; Είναι ή δεν είναι υποκριτικό η γενιά που γνώριζε για τις σεξουαλικές κακοποιήσεις και τις παραβιαστικές συμπεριφορές γύρω της και δεν μίλαγε, να κουνάει το δάκτυλο στην γενιά του #metoo παραθέτοντας στίχους περί πουτάνων και chinchilla; Είναι ή δεν είναι χυδαίο να θεωρεί κανείς πως η άνοδος του επιπέδου της βίας αλλά και της ανοχής σε αυτήν, οφείλεται γενικά κι αόριστα στα λάθος πρότυπα της νεολαίας και στην άνοδο της trap;
Αυτή η νεολαία δεν σοκάρεται τόσο εύκολα όμως. Ζει με την αστυνομία πάνω από το κεφάλι της, με τον φόβο της καταστολής στις πλατείες και στις σχολές. Είδε τους συμφοιτητές και τους φίλους της να βασανίζονται από την αστυνομία. Ζει την μετάλλαξη του κράτους πρόνοιας-σε κράτος τιμωρό, γνωρίζει ότι είναι η πρώτη γενιά που ζει και θα ζήσει χειρότερα από τους γονείς της. Παλεύει να ονειρευτεί εντός ενός εκπαιδευτικού συστήματος που δεν δίνει δεκάρα για αυτήν. Που την οδηγεί στην δια βίου μάθηση και την επισφάλεια. Παλεύει να τελειώσει την σχολή κάτω από δύσκολες συνθήκες, δουλεύει με 600 ευρώ και ελαστικά ωράρια, προσπαθεί να επιβιώσει σε έναν όλο και πιο φτωχοποιημένο κόσμο, όλο και πιο άγριο, όλο και πιο γρήγορο, όλο και πιο ανταγωνιστικό, με όλο και λιγότερες ευκαιρίες, με όλο και σφοδρότερες συγκρούσεις. Είδε νεκρό τον Παύλο Φύσσα από χέρι φασίστα, τους είδε να σουλατσάρουν στις γειτονίες, να κυνηγάνε τους αδύναμους. Είδε τα σκοτεινότερα αντανακλαστικά της κοινωνίας να βγαίνουν στην επιφάνεια. Παλεύει να βρει την ταυτότητα της και να αναπνεύσει κοινωνικά. Παλεύει να ζήσει σε έναν αξιοβίωτο πλανήτη. Βλέπει γύρω της τον πόλεμο, τους εξοπλισμούς, τα κορμιά των μεταναστών στις παραλίες των πανέμορφων ελληνικών νησιών. Καταλαβαίνει ότι ο κόσμος μπορεί να μην είναι ποτέ ξανά ο ίδιος.
Αναρωτιέται κανείς από όλον αυτόν τον συρφετό ηθικολόγων πως μεγαλώνουν τα παιδιά στις δυτικές συνοικίες των πόλεων; Αναρωτήθηκε κανείς πόσα παιδιά βλέπουν την ωμή βία μπροστά τους και πόσα την έβλεπαν πριν 30 χρόνια; Αναρωτήθηκε κανείς αν η ελληνική οικογένεια είναι λιγότερη βίαιη από ό,τι ήταν; Αναρωτήθηκε κανείς τι προκαλεί την «εγκληματικότητα», τι προκαλεί την βία, πως συνδέεται με την φτώχεια και την έλλειψη προοπτικής που βιώνει κατά πλειοψηφία μια ολόκληρη γενιά; Αναρωτήθηκε κανείς πως η ελληνική κοινωνία ανέθρεψε τόσους γυναικοκτόνους, τόσους νταήδες, τόσους τραμπούκους;
Και τί βρίσκει τότε η νέα γενιά σε αυτήν την εξόχως προβληματική εκδοχή της «trap»; Μην γελιόμαστε, το γκανγκστεριλίκι, η χλιδή, η αντικειμενοποίηση του σώματος είναι το περιτύλιγμα. Η ουσία είναι η αντίληψη ότι ο καθένας μόνος του θα τα καταφέρει, το success story, ο μύθος του παιδιού που τα κατάφερε μόνο του χωρίς να λυγίσει στις πιέσεις, η αποθέωση του ατομικού, η αίσθηση ότι δεν υπάρχει κανένας άλλος, μόνο εσύ κι ο στόχος. Αυτό το ιδεολόγημα το μαθαίνει καλά η κοινωνία στα παιδιά της, όσο κι αν την απωθεί η συγκεκριμένη έκφραση του.
Είναι γεγονός ότι η κοινωνία σοκάρεται όταν βλέπει απότομα τον εαυτό της στον καθρέπτη. Προτιμάει να σιωπά και να εξεγείρεται μόνο απέναντι σε εύκολους στόχους. Αυτή τη στιγμή ένα μεγάλο κομμάτι της, τσουβαλιάζει ένα ολόκληρο μουσικό είδος μέσα στο οποίο υπάρχουν και πολύ δημοφιλείς ριζοσπαστικές φωνές, προκειμένου να αποτινάξει τις ενοχές της.
Να το πάρουμε χαμπάρι όμως, η ελληνική νεολαία δεν σοκάρεται από μια συμπλοκή με γυμνά χέρια και θα σοκάρεται όλο και λιγότερο όσο η ζωή χειροτερεύει, όσο δεν βρίσκει προοπτική και όσο προσπαθεί με όρους κανιβαλιστικούς να επιβιώσει σε ένα σύστημα που όλο και στενεύει. Όσο της μαθαίνει η ίδια η κοινωνία να στρέφεται πρώτα ενάντια στους πιο αδύναμους και ποτέ απέναντι στους δυνατούς που αποφασίζουν για την ζωή της. Η νεολαία ξέρει πολύ καλύτερα τι σημαίνει βία, τι σημαίνει σεξισμός, τι σημαίνει καταπίεση. Δεν ζει σε γυάλα, σε αντίθεση με όσους προσπαθούν να απαντήσουν σε αυτήν την πραγματικότητα με όρους ηθικής.
Τους προτρέπουμε να σπάσουν την γυάλα, να κοιτάξουν στα μάτια και να αναμετρηθούν με τις πραγματικές σύγχρονες αντιθέσεις που βιώνει η νέα γενιά. Και παρακαλούμε να απομακρύνουν το μονίμως κινούμενο δείκτη του χεριού τους από μπροστά μας. Mας κόβει την θέα.
*Κωνσταντίνος Θεοδωρίδης, προπτυχιακός φοιτητής ΗΜΜΥ στην Πολυτεχνική Σχολή Ξάνθης του ΔΠΘ,
Γιώργος Γράβας, προπτυχιακός φοιτητής Γεωπονίας του ΑΠΘ