Κείμενο των Αλέξη Λυκούδηκαι Στέφανου Τριανταφυλλίδη ενόψει της ιδρυτικής συνέλευσης της νέας ανεξάρτητης συνδικαλιστικής κίνησης.
Η ακρίβεια και η ενεργειακή κρίση πλήττουν σοβαρά πλέον το εισόδημα των εργαζομένων και δημιουργούν μία ασφυκτική συνθήκη ανασφάλειας για τη λαϊκή διαβίωση. Η καθήλωση των μισθών από την περίοδο των μνημονίων και η επέκταση των ελαστικών εργασιακών σχέσεων είναι αντιδραστικά «κεκτημένα» που το κεφάλαιο δεν θέλει να απεμπολήσει και θα χρειαστεί μαχητική διεκδίκηση και πίεση από το εργατικό κίνημα για οποιαδήποτε εργασιακή νίκη και μισθολογική παραχώρηση. Πρέπει να αξιοποιηθεί όσο γίνεται η συγκυρία μίας κυβέρνησης σχετικά πιεσμένης πολιτικά, αλλά και την ίδια ώρα επικίνδυνης ακριβώς για αυτό, και της κοινωνικής και εργασιακής δυσαρέσκειας για την ακρίβεια και τις εργασιακές συνθήκες. Τα οξυμμένα προβλήματα, αλλά και τα όποια ρήγματα στις σχέσεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, μπορεί να οδηγήσουν ακόμα και σε μία κινητικότητα της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας και ήδη προκηρύχθηκε από τώρα γενική απεργία στις 9 Νοέμβρη. Το βασικό όμως είναι να μπουν μαχητικά σωματεία και ταξικές δυνάμεις στην πρώτη γραμμή της προσπάθειας για την αναζωογόνηση της εργατικής διεκδίκησης. Κομβικό είναι να αναδειχθούν εκ νέου ως βασικοί άμεσοι στόχοι πάλης ζητήματα που αφορούν το σύνολο του εργαζόμενου δυναμικού και δυνητικά μπορούν να κινητοποιήσουν μαζικά. Ζητήματα όπως:
·ο μισθός: με το αίτημα για αυξήσεις ειδικά σε μία συγκυρία αφενός σχετικής οικονομικής ανάκαμψης σε κλάδους όπως ο τουρισμός, οι κατασκευές και οι τηλεπικοινωνίες, αφετέρου αύξησης των τιμών των βασικών αγαθών διαβίωσης και της ενέργειας.
·ο χρόνος εργασίας: με κεντρικοποίηση την υπεράσπιση του 8ωρου σε μία συγκυρία επίθεσης σε αυτό με το νόμο Χατζηδάκη και άνοιγμα της συζήτησης για μείωση του χρόνου εργασίας χωρίς μείωση μισθών ως απάντηση και στην ανεργία.
·οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας (ΣΣΕ) στο βαθμό που πρέπει να ξανατεθεί επιτακτικά το ζήτημα συλλογικών διαπραγματεύσεων. Η διεκδίκηση και πάλη για αυτές, πόσο μάλλον η επιτυχής υπογραφή τους, νοηματοδοτούν την λειτουργία των σωματείων και μαζικοποιούν τη συμμετοχή σε αυτά, με διαρκή αντιπαράθεση όμως με τον εργοδοτικό συνδικαλισμό που υπογράφει μακροχρόνιες συμβάσεις με αυξήσεις κάτω από τα όρια του πληθωρισμού.
·Η πάλη ενάντια στις εργοδοτικές αυθαιρεσίες, τις απολύσεις, τους αντιδραστικούς εσωτερικούς κανονισμούς.
Οι κεντρικοί αυτοί στόχοι πρέπει να δουλευτούν συντονισμένα σε όλους τους χώρους επιχειρώντας την ανάπτυξη κινητοποιήσεων, το συντονισμό των αγωνιστικών βημάτων και την ενοποίηση τους σε επίπεδο κεντρικών στόχων διεκδίκησης.Ταυτόχρονα, επεξεργαζόμαστε ειδικό πλαίσιο στόχων πάλης για κάθε εργασιακό χώρο, με τα ιδιαίτερα αιτήματα και ζητήματα που τον αφορούν. Το ξέσπασμα κινητοποιήσεων και η μαζικοποίηση της συνδικαλιστικής πάλης δεν είναι εύκολη δουλειά, απαιτεί δουλειά μυρμηγκιού και διαρκή ζύμωση στους εργασιακούς χώρους. Όμως, η συγκρότηση ενός κοινού πανεργατικού πλαισίου πάλης με κεντρικούς στόχους που ενοποιούν και η επεξεργασία μάχιμων αιτημάτων ανά χώρο είναι κομβικές προϋποθέσεις για αυτό. Είναι κρίσιμο να γίνουν βήματα ανασυγκρότησης και διεκδίκησης σε μία σειρά εργασιακών χώρων και σωματείων και το ξέσπασμα εργατικών κινητοποιήσεων στο φόντο της ακρίβειας διεθνώς μπορεί και πρέπει να αποτελέσει έμπνευση για μία τέτοια προσπάθεια. Στην προσπάθεια αυτή ρίχνουμε όλες μας τις δυνάμεις στο εργατικό κίνημα πρώτα από όλα στο επίπεδο των κοινωνικών χώρων επιχειρώντας να θέσουμε σε αγωνιστική κίνηση τα εργατικά σχήματα και τα σωματεία που παρεμβαίνουμε.
Ταυτόχρονα, και μέσα σε αυτή την προσπάθεια, προχωρούμε στην ιδρυτική συνέλευση της ενωτικής ταξικής εργατικής κίνησης στις 17/9. Και ίσως αυτή είναι η πιο ταιριαστή στιγμή για αυτό. Ο χώρος της συνδικαλιστικής ριζοσπαστικής αριστεράς περνάει μια μακρόχρονη διαδικασίαανασυγκρότησης και νέων συνθέσεων. Είναι έκδηλο σήμερα ότι «γεωμετρίες» και σχήματα ενός προηγούμενου διαστήματος έχουν φτάσει στο όριο τους στο συνδικαλιστικό κίνημα. Η μάχη κατά του νόμου Χατζηδάκη είναι ταυτόχρονα και μια αναμέτρηση με όλα τα προβλήματα και τη συσσωρευμένη κρίση του συνδικαλιστικού κινήματος.Την πλήρη ανυποληψία μιας εκδοχής πλήρως ενσωματωμένου και υποταγμένου συνδικαλισμού που ταύτισε το συνδικαλισμό με τη συναλλαγή με την εργοδοσία, τα κόμματα εξουσίας, τις κυβερνήσεις, τις διοικήσεις υπουργείων και ΔΕΚΟ. Τα όρια της λογικής του ΠΑΜΕ που παρά τις αναφορές στον ταξικό δρόμο, στην πραγματικότητα υποτάσσει το ερώτημα της οικοδόμησης ενός ενωτικού ταξικού κινήματος στην προτεραιότητα της κομματικής οικοδόμησης. Την αδυναμία της ριζοσπαστικής αριστεράς να διαμορφώσει έναν εναλλακτικό αγωνιστικό ενωτικό πόλο που να μπορέσει να βάλει πλάτη για την συνολική ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος, καθώς παρά τη μεγάλη συνεισφορά της σε αγώνες, ταξικά συνδικάτα και αγωνιστικά σχήματα, εξακολουθεί να ταλανίζεται από σεχταριστικές λογικές και «ιδιοκτησιακές» πρακτικές.
Αυτό σημαίνει ότι η πρόκληση για την ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος υπερβαίνει την απλή προσπάθεια για «αλλαγή συσχετισμών» και σίγουρα δεν εξυπηρετείται από εγκλωβισμούς στη λογική των «συμβολισμών» στο επίπεδο των «χωροταξικών διαχωρισμών». Όχι γιατί δεν χρειάζεται κάθετη ρήξη με τον υποταγμένο συνδικαλισμό, αλλά γιατί αυτή πρέπει να γίνει μέσα από την οικοδόμηση ενός μαζικού δημοκρατικού ενωτικού κινήματος, ικανού να φέρνει ξανά κοντά στα συνδικάτα όλα εκείνα τα κομμάτια που σήμερα τα βλέπουν με δυσπιστία. Γιατί γνωρίζουμε καλά ότισήμερα το πρόβλημα δεν είναι τόσο να εξηγήσουμε ότι τα μέτρα είναι αρνητικά, όσο να επαναφέρουμε την εμπιστοσύνη ότι μπορεί ο κόσμος της εργασίας να τα ανατρέψει.Γιατί αυτό που λείπει σήμερα στους χώρους δουλειάς σε αυτή τη δύσκολη συνθήκη μιας επιστροφής στην «κανονικότητα» γεμάτη ανασφάλεια και ερωτηματικά για το μέλλον δεν είναι η δυσαρέσκεια, ούτε η οργή:αυτό που χρειάζεται είναι να υπάρξει ξανά συλλογική αυτοπεποίθηση και εμπιστοσύνη στην ικανότητα του συλλογικού αγώνα, της απεργίας, της διαδήλωσης να φέρνει ανατροπές.
Είναι σημαντική η ανάπτυξη δυνάμεων της συνδικαλιστικής ριζοσπαστικής αριστεράς σε κλάδους με κεντρικό ρόλο στην ελληνική οικονομία (π.χ. επισιτισμός, εταιρείες πληροφορικής), σε πληττόμενους κλάδους εργατικής διανόησης (π.χ. μηχανικοί, μισθωτοί δικηγόροι), αλλά πάνω από όλα είναι αναγκαία η σύνδεση με το πιο σκληρά εκμεταλλευόμενο εργατικό δυναμικό των μεγάλων επιχειρήσεων, της ελαστικής και επισφαλούς εργασίας, στους μετανάστες/τριες εργαζόμενους/ες. Ένα από τα συμπεράσματα των αγώνων των τελευταίων χρόνων είναι ότι σε συνθήκες υποχώρησης του ταξικού ανταγωνισμού και αδυναμίας συγκρότησης όρων για κεντρική αντιπαράθεση με το κράτος πρέπει η δουλειά μας να επικεντρώνεται σε κλάδους που έχουν παρακαταθήκες και εμπειρίες αγώνων, ώστε να συντηρείται ένα κλίμα αντιπαράθεσης και να υπάρχει συνέχεια στις ριζοσπαστικές πρακτικές. Παράλληλα, θα πρέπει να γίνεται προσπάθεια διείσδυσης στους αναπτυσσόμενους κλάδους από μεριάς του κεφαλαίου, καθώς εκεί εμφανίζονται οι πιο ακραίες μορφές εκμετάλλευσης και καταπάτησης ακόμα και των πιο βασικών εργατικών δικαιωμάτων, με αποτέλεσμα να υπάρχει δυνητικά αυξημένο πεδίο παρέμβασης.
Σημαντικό στοιχείο είναι και η μαζικοποίηση μίας νέας γενιάς συνδικαλιστών/τριων και μελών των σωματείων που συμμετείχε ίσως και για πρώτη φορά στις περσινές εκλογικές μάχες σωματείων και έχει σε σημαντικό βαθμό μια αριστερόστροφη τοποθέτηση. Η παρουσία του ήταν το αποτέλεσμα της δουλειάς δυνάμεων της συνδικαλιστικής ριζοσπαστικής αριστεράς, κάτι που δείχνει σημαντικές δυνατότητες για το μέλλον. Αυτή η γενιά μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στην αλλαγή των συσχετισμών σε σωματεία, αλλά και στο εσωτερικό της συνδικαλιστικής ριζοσπαστικής αριστεράς. Αυτά τα αποτελέσματα δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, αλλά συνέχεια των κινηματικών διαθέσεων που είχαν εμφανιστεί στην απεργία του Μαΐου ενάντια στο νόμο Χατζηδάκη και πιο πίσω στις κινητοποιήσεις στα πρώτα χρόνια των μνημονίων. Αυτό το δυναμικό, αν και έχει μία εμπειρία σε μαζικούς αγώνες, εισέρχεται τώρα στην αγορά εργασίας μέσα σε αντιφατικές και αντίξοες συνθήκες. Στόχος και καθήκον μας είναι όχι μόνο να του δώσουμε τις βασικές γνώσεις όσον αφορά τα δικαιώματα του, αλλά και να το κινητοποιήσουμε και να το στρατεύσουμε στην οργανωμένη συνδικαλιστική πάλη.
Όμως, για να συγκεντρώνονται δυνάμεις, γνώση και εμπειρία από όλο αυτό το δυναμικό, παλιότερο και νεότερο, στους χώρους εργασίας είναι σημαντική η συγκρότηση μίας ενωτικής αγωνιστικής ταξικής κίνησης με γειωμένη φυσιογνωμία και παρέμβαση στο συνδικαλιστικό κίνημα. Κατά τη γνώμη μας, κάποια στοιχεία είναι σημαντικά όσον αφορά το περιεχόμενο, την κατεύθυνση και τη φυσιογνωμία μίας τέτοιας νέας κίνησης:
- δημιουργία κίνησης και όχι παράταξης. Η βασική ανάγκη δεν είναι η ίδρυση άλλης μιας παράταξης, αλλά μια συσπείρωση αγωνιστών/τριων που στη βάση ενιαίων κριτηρίων, πρακτικών και σχεδιασμού για το κίνημα θα είναι ένα βήμα για την ανασύνθεση/ανασυγκρότηση της ριζοσπαστικής αριστεράς στο εργατικό κίνημα. Η δημιουργία ενός δικτύου με λειτουργία, μόνιμες διαδικασίες, κοινές τοποθετήσεις, αλλά όχι περιχαράκωση. Χωρίς μία στείρα λογική αυτόκεντρης – αυτοτελούς εμφάνισης, που να μπορεί ανάλογα με την πραγματικότητα κάθε χώρου – κλάδου να συνυπάρχει και με άλλες δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς σε ενωτικά αριστερά σχήματα ή σε συνδικαλιστικές συνεργασίες.
- μετωπική λογική και ουσιαστικό κάλεσμα για συμπόρευση. Σε συνδυασμό με το παραπάνω, η νέα κίνηση θα πρέπει να πιέζει και να στοχεύει στη συμπόρευση όλων των δυνάμεων της ριζοσπαστικής αριστεράς στο εργατικό κίνημα. Ο στόχος πρέπει να είναι μια ενιαία δικτύωση όλων των συνδικαλιστικών δυνάμεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς, πράγμα που δεν είναι άμεσα εφικτό, και λόγω της συνολικής ήττας και υποχώρησης του κινήματος αλλά και των τάσεων περιχαράκωσης από άλλες δυνάμεις.
- έμφαση στη νέα γενιά εργαζομένων και συνδικαλιστών/τριων. Χωρίς αυταπάτες ότι μέσα σε λίγους μήνες άλλαξε πλεύση το εργατικό κίνημα, αλλά κοιτώντας την ανάγκη εκπροσώπησης και ένταξης στην υπόθεση του συνδικαλισμού και των διεκδικήσεων των χιλιάδων νέων εργαζομένων, όπου πολλές βεβαιότητες για εμάς τους είναι τελείως ξένες.
- βαρύτητα στο συνδικαλιστικό κίνημα στον ιδιωτικό τομέα. Χωρίς να παραγνωρίζουμε τη συμβολή και τους αγώνες της αριστεράς στο δημοσιοϋπαλληλικό κίνημα, το μεγάλο κενό αυτή τη στιγμή είναι στον ιδιωτικό τομέα, με την συνδικαλιστική πυκνότητα να είναι της τάξης του 10% και σε μια συγκυρία που οι πτυχές της εργασιακής αναδιάρθρωσης στην Ελλάδα είναι τεράστιες και στρατηγικές.
- έμφαση στους νέους κλάδους της παραγωγής που αναπτύσσονται στην Ελλάδα. Η ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών, αλλά και οι αλλαγές στον τρόπο κατανάλωσης, μαζικοποίησαν χώρους εργασίας τα τελευταία χρόνια όπως η πληροφορική, οι διανομείς-courier, τα τηλεφωνικά κέντρα και οι διάφορες άλλες ψηφιακές εργασίες. Οι κλάδοι αυτοί θα συνεχίζουν να μαζικοποιούνται τα επόμενα χρόνια και θα πρέπει να είναι στρατηγικός στόχος η κλαδική-ομοσπονδιακή τους οργάνωση και η μαζικοποίηση των σωματείων σε αυτούς.
- αντίληψη για τις αλλαγές στον ιδιωτικό τομέα. Μια συνδικαλιστική κίνηση που φιλοδοξεί να παίζει ρόλο πρέπει να αντιλαμβάνεται και τις αλλαγές στην οργάνωση της εργασίας ανά επιχείρηση-όμιλο, αλλά και στο πλαίσιο μιας “ανοιχτής” αγοράς, όπου οι περισσότεροι/ες εργαζόμενοι/ες δεν συγκεντρώνονται σε μεγάλους ομίλους. Χαρακτηριστική είναι π.χ. και η σύνθεση της ΓΣΕΕ που το μεγαλύτερο ποσοστό εργαζομένων συγκεντρώνεται σε πρώην ΔΕΚΟ-Τράπεζες-Ομίλους. Σε αυτή την κατάσταση, λαμβάνοντας υπόψη και το πολύ σημαντικό στοιχείο της κινητικότητας των νέων εργαζομένων, θα πρέπει να δοθεί έμφαση στα κλαδικά σωματεία χωρίς να αμελούμε τη συμμετοχή σε επιχειρησιακά σωματεία, την ανάπτυξη στενότερης σχέσης τους με τα αντίστοιχα κλαδικά και τα όρια που έχει αυτή τη στιγμή η κλαδική οργάνωση αν δεν αναπτυχθεί μία τέτοια σχέση και γενικότερα η γείωση σε μεγάλους εργασιακούς χώρους στο εσωτερικό ενός κλάδου (π.χ. και με σωματειακές επιτροπές).
- να προσπαθήσει να ενώσει όλα τα κομμάτια του πάζλ ανά κλάδο. Αυτή την στιγμή, παίρνοντας το παράδειγμα τον τηλεπικοινωνιών, υπάρχουν σχήματα-αγωνιστές/τριες που αναφέρονται πιο στενά ή όχι στις δυνάμεις που συμμετέχουν στην συζήτηση για τη νέα κίνηση ή γενικότερα στις παρατάξεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς και μπορεί να έχουν ελάχιστη ή μηδενική επικοινωνία και κοινό σχεδιασμό. Βασικός στόχος μας πρέπει να είναι στο επόμενο διάστημα να δουλέψουμε στην λογική σύγκλισης και ενότητας για τα διάφορα ανοιχτά θέματα, όπως η παρέμβαση στις κλαδικές ομοσπονδίες ή η επιδίωξη κλαδικών ΣΣΕ.
- διαρκής πάλη για συλλογικές συμβάσεις. Η συνδικαλιστική ριζοσπαστική Αριστερά πρέπει να αναζωογονήσει την πάλη για κλαδικές/επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Όχι μόνο σε επίπεδο αιτημάτων σε κάποια διακήρυξη, αλλά με ουσιαστικό τρόπο, με πραγματικό άνοιγμα της συζήτησης ανά κλάδο, αντιπαράθεση με την εργοδοσία με στιβαρά επιχειρήματα για την κερδοφορία της και κυρίως με την ανάληψη πρωτοβουλιών για διεκδικήσεις, κινητοποιήσεις, ακόμα και απεργίες σε επί μέρους χώρους για το ζήτημα.
- αντιεργοδοτική κατεύθυνση και πρακτική. Οι δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς αυτή την στιγμή δεν έχουν θέσεις σε κρίσιμους χώρους και σωματεία που διαπραγματεύονται συμβάσεις ή συνομιλούν άμεσα με την εργοδοσία για θέματα των εργασιακών χώρων. Φιλοεργοδοτικές συνδικαλιστικές δυνάμεις αναπτύσσονται και αναλαμβάνουν αυτό το ρόλο υπονομεύοντας τα εργατικά συμφέροντα. Η ανυποχώρητη ταξική λογική πρέπει να διέπει κάθε πτυχή της παρέμβασής μας και να μην υποκύπτουμε σε λογικές εκβιασμού.
- σχεδιασμός και κριτήριο μαζικής απεύθυνσης και πάλης. Μια κίνηση που θα επιδιώκει κινητοποιήσεις με γνώμονα την μαζική συμμετοχή εργαζομένων, όχι μόνο συμβολικές διαμαρτυρίες για την τιμή των όπλων. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα υποβαθμίζουμε ζητήματα, αλλά ότι επιδιώκουμε μια καλύτερη προετοιμασία αυτών στους χώρους εργασίας, και με προσοχή στο περιεχόμενο, όπου δεν πρέπει να γίνονται εκπτώσεις αλλά να είναι το πραγματικά ριζοσπαστικό και αναγκαίο. Χρειάζεται ιεράρχηση αιτημάτων και πρακτικών, απόπειρα συγκρότησης ενός μάχιμου πλαισίου πάλης και μαζική φυσιογνωμία και λόγος.
- διερεύνηση δυνατότητας πραγματικού συντονισμού σωματείων. Από το 2012 και μετά που ατόνησε ο Συντονισμός Πρωτοβάθμιων Σωματείων υπάρχει ένα κενό στην αγωνιστική πλευρά του εργατικού κινήματος που δυσκολεύει τη δυνατότητα συνένωσης αγώνων και δυνάμεων ενάντια και στις γραφειοκρατικές ηγεσίες που αποτρέπουν κάθε πραγματική αντίσταση. Ούτε οι επί μέρους πρωτοβουλίες για συγκεκριμένα ζητήματα, ούτε οι στενότερες απόπειρες συντονισμού σωματείων έχουν καταφέρει να παίξουν αυτό τον ρόλο και έχουν όρια. Στόχος πρέπει να είναι να περιγραφεί μια εν δυνάμει αποτελεσματική μεθοδολογία και να διερευνήσουμε τις δυνατότητες για κάτι τέτοιο.
- φιλοδοξία της νέας κίνησης να παίξει ρόλο και σε δευτεροβάθμιο και τριτοβάθμιο επίπεδο. Οι δυνάμεις που θα συγκροτήσουν την κίνηση στοχεύουν και στην ανάπτυξη καταλυτικής παρέμβασης και στα συνέδρια ομοσπονδιών και Εργατικών Κέντρων που θα υπάρξουν στο επόμενο διάστημα, σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Και εκεί με λογική όχι στενά παραταξιακή, αλλά καταλυτικής επίδρασης για την αλλαγή της κατάστασης πνευμάτων και πρακτικών στο εσωτερικό της συνδικαλιστικής ριζοσπαστικής Αριστεράς.
- αξιοποίηση νέων μέσων και πρακτικών ενημέρωσης και παρέμβασης. Χωρίς να υποβαθμίζεται η ανάγκη άμεσης παρέμβασης στους εργαζόμενους/ες στους χώρους εργασίας, χρειάζεται αξιοποίηση και των ηλεκτρονικών μέσων. Όχι απλά σαν ενημερωτικών portal αλλά και με νέες πρακτικές όπως π.χ. έρευνες για τις απολαβές/συνθήκες ανά κλάδο για να σχηματίζεται η πραγματική εικόνα ή πλατφόρμες καταγγελίας εργοδοτικών αυθαιρεσιών. Επιπλέον, είναι αναγκαίο πέρα από μια λογική καταγγελίας οι δυνάμεις μας να προχωρούν και σε επί μέρους ακτιβισμούς, διαφορετικούς από τους συνηθισμένους, με στόχο την δυσφήμιση της εργοδοσίας, όπως έγινε και στην περίπτωση της e-food.
- δημοκρατική εσωτερική λειτουργία. Θέλουμε μία κίνηση μελών, με δημοκρατική συμμετοχή όλων στη λήψη αποφάσεων και την υλοποίηση του σχεδιασμού. Να καλλιεργηθεί κουλτούρα δημοκρατικών αποφάσεων και δέσμευσηςχωρίς λογικές βέτο. Να προχωράμε με μια συζήτηση όσο γίνεται πιο ανοιχτή και συμπεριληπτική, με όσο το δυνατόν πιο μεγάλη συμμετοχή των μελών της κίνησης και όχι απλά σε επίπεδο ηγεσιών και επιτελείων.
Πιστεύουμε βαθιά ότι το βήμα για την ίδρυση μίας νέας εργατικής συλλογικότητας και η ευθύνη που όλα τα μέλη της αναλαμβάνουμε είναι ώριμο, αναγκαίο και ελπιδοφόρο. Το χρειαζόμαστε όλοι και όλες σαν εργαλείο για τις μάχες που έρχονται. Με αισιοδοξία λοιπόν προχωράμε!